Ποιός ήταν ο Οδυσσέας;

Ο Οδυσσέας, μυθικός βασιλιάς της Ιθάκης, είναι ο κυριότερος χαρακτήρας στο επικό ποίημα του Ομήρου, Οδύσσεια, και επίσης διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στο άλλο έπος του Ομήρου, την Ιλιάδα. Είναι ευρέως γνωστός για την πονηριά και εφευρετικότητά του, διάσημος και για τα δέκα χρόνια που του πήρε η επιστροφή στο σπίτι του, μετά τον Τρωικό Πόλεμο, όπως αλληγορικά του απέδωσε ο Όμηρος. Ήταν γιος του Λαέρτη και της Αντίκλειας, σύζυγος της Πηνελόπης και πατέρας του Τηλεμάχου.

A Long and Difficult Journey, or The Odyssey: Crash Course Literature 201

Ο Οδυσσέας ήταν ένας από τους υποψήφιους μνηστήρες της Ελένης, κόρης του Τυνδάρεω. Ο Τυνδάρεως όμως, φοβούμενος ότι θα προσβάλει τους ισχυρούς και διάσημους μνηστήρες που είχαν συγκεντρωθεί, καθυστερούσε την διαδικασία επιλογής. Τότε ο Οδυσσέας, που είχε υποσχεθεί να λύσει το πρόβλημα, πρότεινε όλοι οι μνηστήρες να ορκιστούν ότι θα υποστηρίζουν και θα βοηθάνε όποιον διάλεγε η Ελένη για σύζυγό της. Οι μνηστήρες, μεταξύ των οποίων και ο Οδυσσέας, πήραν τον όρκο και έτσι η Ελένη διάλεξε τον Μενέλαο, τον πιο ισχυρό από αυτούς.
Δύο εκδοχές υπάρχουν για τον γάμο του Οδυσσέα με την Πηνελόπη. Η πρώτη εκδοχή, που περιγράφει και ο Όμηρος, θέλει τον Οδυσσέα να νικά τους αντιζήλους του σε αγώνα δρόμου που είχε προκηρύξει ο Ικάριος, πατέρας της Πηνελόπης. Σύμφωνα με την δεύτερη εκδοχή, ο Οδυσσέας για την βοήθεια που προσέφερε στον Τυνδάρεω στο γάμο της Ελένης, πήρε ως αντάλλαγμα την κόρη του αδερφού του, Ικαρίου.
Όταν η Ελένη απήχθη από τον Πάρι της Τροίας (γεγονός που προκάλεσε τον Τρωικό πόλεμο), οι μνηστήρες κλήθηκαν να τιμήσουν τον όρκο τους και να βοηθήσουν τον Μενέλαο να πάρει πίσω την Ελένη. Σύμφωνα με τον Όμηρο, ο Οδυσσέας γνώριζε από χρησμό ότι θα επέστρεφε μετά από 20 χρόνια και γι’ αυτό δεν ήθελε να συμμετάσχει στην εκστρατεία. Για να απαλλαγεί από την επιστράτευση παρίστανε τον τρελό, η απάτη του όμως έγινε αντιληπτή και αποκαλύφθηκε από τον Παλαμήδη και έκτοτε ο Οδυσσέας αφιερώθηκε στην επιτυχία της εκστρατείας. Κατ’ άλλους, ο αδερφός του Μενελάου, Αγαμέμνων, επισκέφτηκε τον Οδυσσέα στην Ιθάκη και έπειτα από μεγάλο κόπο τον έπεισε να συμμετάσχει στην τρωική εκστρατεία.
Με τον Οδυσσέα πλέον μέλος του εκστρατευτικού σώματος, ο Αγαμέμνων στράφηκε προς τον Αχιλλέα (που δεν ήταν μνηστήρας της Ελένης), επειδή είχε ειπωθεί ότι η Τροία δεν θα έπεφτε χωρίς αυτόν. Ο Οδυσσέας στάλθηκε στη Σκύρο, στην Αυλή του Λυκομήδη, για να εξασφαλίσει την συμμετοχή του Αχιλλέα. Η μητέρα όμως του Αχιλλέα, η Θεά Θέτις, τον συμβούλευσε να ντυθεί με γυναικεία ρούχα και να κρυφτεί ανάμεσα στις γυναίκες της αυλής, ώστε να μην υποχρεωθεί να συμμετάσχει στον πόλεμο. Η Θέτις οδηγήθηκε σε αυτήν την πράξη από την προφητεία που έλεγε ότι ο γιος της είτε θα ζούσε μια μακρά και ανιαρή ζωή είτε θα πέθαινε νέος επιτυγχάνοντας αιώνια δόξα, και φοβόταν τις συνέπειες αν έφευγε για την Τρωική εκστρατεία. Ο Οδυσσέας αδυνατώντας να εντοπίσει τον Αχιλλέα ζήτησε, πριν επιστρέψει, να του επιτραπεί να κάνει δώρα στις γυναίκες της αυλής. Έβγαλε κάποια χρυσαφικά καθώς επίσης και ένα σπαθί, ένα κοντάρι και μια ασπίδα. Όλες οι γυναίκες ενδιαφέρθηκαν για τα κοσμήματα εκτός από μια, της οποίας το ενδιαφέρον τράβηξε ο στρατιωτικός εξοπλισμός. Ο Οδυσσέας υποψιάστηκε την απάτη και σήμανε μια πολεμική σάλπιγγα, με το άκουσμα της οποίας η «γυναίκα» ενστικτωδώς άρπαξε τα όπλα. «Αυτή» τελικά αποδείχθηκε πως ήταν ο Αχιλλέας και έτσι ο Οδυσσέας με την πονηριά του κατάφερε να τον ανακαλύψει. Τότε η Θέτις επέτρεψε στον Αχιλλέα να πολεμήσει, αφού πρώτα του έδωσε την πανοπλία του πατέρα του, του Πηλέα, που είχε σφυρηλατηθεί από τον ίδιο τον Θεό Ήφαιστο, για να τον προστατεύει στη μάχη.

Christopher Hitchens on Literature: Homer’s Odyssey (2000)

Λίγο πριν ξεκινήσει ουσιαστικά ο πόλεμος, ο Οδυσσέας μαζί με τον Μενέλαο σχημάτισαν μια διπλωματική αποστολή με σκοπό να φέρουν πίσω την Ελένη ειρηνικά. Και ενώ τα επιχειρήματα του Μενέλαου ήταν συναισθηματικά και μη πειστικά, ο Οδυσσέας παραλίγο να πείσει την τρωική γερουσία να επιστρέψουν την Ελένη, αλλά τελικά απέτυχε.
Ο Οδυσσέας ήταν από τους βασικούς Αχαιούς ήρωες στον Τρωικό Πόλεμο. Οι άλλοι ήταν ο «θεϊκός» Αχιλλέας, ο «αρχοντικός» Αγαμέμνων, ο Μενέλαος, ο σοφός Νέστωρ, ο Αίας ο Τελαμώνιος και ο Διομήδης.
Στην Ιλιάδα ο Οδυσσέας παρουσιάζεται από τον όμηρο ως ένας ανδρείος πολεμιστής, συνετός βασιλιάς και πολυμήχανος αρχηγός. Η άποψή του πάνω σε πολλά θέματα υιοθετείται από τους άλλους αρχηγούς καθώς όλοι τον σέβονταν. Εξάλλου η τριάδα Νέστωρ, Οδυσσέας και Ιδομενέας αναγνωρίζονταν ως οι πιο αξιόπιστοι σύμβουλοι. Κατά την διάρκεια του πολέμου ο Οδυσσέας αναδεικνύεται σε συμφιλιωτική και ενωτική δύναμη μεταξύ των Ελλήνων. Προσπαθεί να συμφιλιώσει τον Αχιλλέα με τον Αγαμέμνονα, μετά την διαμάχη για την Βρισηίδα, και μεταπείθει τον Αγαμέμνονα όταν απογοητευμένος από τις στρατιωτικές ήττες σκέφτεται να εγκαταλείψει την Τροία. Καταφέρνει ακόμη να συγκρατήσει τον μαινόμενο Αχιλλέα όταν μετά τον θάνατο του Πατρόκλου θέλει να επιτεθεί στους Τρώες άμεσα και απροετοίμαστα.
Η γενναιότητα και η πολεμική του ικανότητα εξυμνούνται πολλές φορές από τον Όμηρο στην Ιλιάδα, πιο πολύ όμως στις νυχτερινές του εκστρατείες. Με τον Διομήδη κατάφεραν να εισχωρήσουν στην Τροία και να κλέψουν το παλλάδιο, ενώ σε άλλο χρονικό σημείο πήγαν στο στρατόπεδο των Θρακών, σκότωσαν πολλούς από αυτούς στον ύπνο τους και έκλεψαν τα άλογα του βασιλιά τους. Κατά τους νεκρικούς αγώνες προς τιμή του Πάτροκλου κατάφερε με την βοήθεια της Αθηνάς να νικήσει στον αγώνα δρόμου. Στη συνέχεια νίκησε τον Αίαντα τον Τελαμώνιο (στους νεκρικούς αγώνες προς τιμή του Αχιλλέα) κερδίζοντας την πανοπλία του νεκρού Αχιλλέα και προκαλώντας την αυτοκτονία του Αίαντα με το σπαθί που του είχε χαρίσει ο Έκτορας.
Η πιο καταλυτική συνεισφορά του Οδυσσέα στο Τρωικό Πόλεμο όμως ήταν έμπνευση του Δούρειου Ίππου. Το ξύλινο αυτό κατασκεύασμα, δείγμα στρατηγικής ευφυίας, κατασκευάστηκε από τον Eπειό σύμφωνα με τις οδηγίες του Οδυσσέα. Όταν ολοκληρώθηκε, ο Οδυσσέας οδήγησε στο εσωτερικό του Ίππου δεκάδες Αχαιούς και περίμεναν καρτερικά τους «θριαμβευτές» Τρώες. Οι Τρώες, αφού πίστεψαν ότι οι Αχαιοί εγκατέλειψαν της ακτές της Τροίας και τους άφησαν ως δώρο τον Δούρειο Ίππο, τον οδήγησαν στο εσωτερικό της πόλης και άρχισαν ξέφρενα γλέντια. Με το πέσιμο της νύχτας όμως, οι κρυμμένοι στο εσωτερικό του Ίππου Αχαιοί, εξόρμησαν και κατάφεραν να καταλάβουν την απροστάτευτη πόλη σχετικά εύκολα. Αυτό σήμανε και το τέλος του Τρωικού Πολέμου.
Όταν η πόλη της Τροίας κυριεύθηκε από τους Αχαιούς, μετά από δεκάχρονο πόλεμο, πολλοί από τους νικητές προέβησαν σε ακρότητες. Σκότωσαν πολλούς αμάχους, γυναίκες και παιδιά, αλλά και αιχμάλωτους στρατιώτες. Σκότωσαν ακόμη και αυτούς που ζητούσαν άσυλο μέσα στους ιερούς ναούς των Θεών. Οι λιγοστοί επιζώντες, γυναίκες επί το πλείστον, μεταφέρθηκαν στα καράβια για να χρησιμοποιηθούν ως σκλάβες μετά την επιστροφή στην πατρίδα του καθενός. Στο τέλος της Ιλιάδας αναφέρεται η ολοκληρωτική λεηλασία, καταστροφή και ισοπέδωση της πόλης, δεν άφησαν όρθιους ούτε τους ιερούς ναούς των θεών.
Μετά τη λήξη του πολέμου, ο Οδυσσέας, όπως όλοι, πήρε το δρόμο της επιστροφής για την Ιθάκη. Για τις προσβολές κατά των Θεών όμως που διέπραξε στην Τροία (ύβρις) επήλθε η τιμωρία του (νέμεσις), δεκάχρονη περιπλάνηση πριν φτάσει στην Ιθάκη. Αρχικά, για τον Οδυσσέα, οι Θεοί δεν είχαν αποφασίσει για μια τόσο μεγάλη τιμωρία αλλά όταν ο Οδυσσέας τύφλωσε τον Πολύφημο, εξόργισε τον Ποσειδώνα, ο οποίος ορκίστηκε να μην τον αφήσει ποτέ να επιστρέψει στην Ιθάκη. Όλες οι περιπέτειες και περιπλανήσεις περιγράφονται λεπτομερώς από τον Όμηρο στην Οδύσσεια.
Ξεκινώντας από την Τροία ο Οδυσσέας είχε στην διάθεσή του 12 καράβια, μέσα στα οποία επέβαιναν οι Ιθακήσιοι συμπολεμιστές του. Οι περιπλανήσεις τους αρχίζουν με την πλεύση και την μάχη στην χώρα των Κικόνων, την περιπέτεια στη χώρα των Λωτοφάγων και στην συνέχεια στη χώρα των Κυκλώπων, όπου παγιδεύτηκαν στη σπηλιά του Πολύφημου και ο Οδυσσέας τον τύφλωσε, επισύροντας το μένος του Ποσειδώνα. Έπειτα έφτασαν στο νησί του Αιόλου, όπου ο ομώνυμος Θεός του παρέδωσε έναν ασκό που περιείχε όλους τους ανέμους εκτός από τους ευνοϊκούς, για να επιστρέψει αμέσως στην Ιθάκη. Πλησιάζοντας όμως στην Ιθάκη, οι σύντροφοι του Οδυσσέα ανοίγουν τον ασκό, προκαλώντας καταιγίδα που καταστρέφει 11 καράβια και παρασέρνει αυτό του Οδυσσέα μέχρι το νησί των Λαιστρυγόνων. Από εκεί πάνε στο νησί της Κίρκης, μια μάγισσα που μεταμόρφωσε πολλούς από το πλήρωμα σε ζώα. Ένα χρόνο αργότερα, και αφού έχει κατέβει στον Άδη για να συναντήσει τον Τειρεσία, φεύγοντας από το νησί της Κίρκης, περνάνε από το στενό των Σειρήνων, το στενό της Σκύλας και της Χάρυβδης και φτάνουν αποδεκατισμένοι στον νησί του Θεού Ήλιου.

Civilizing the Barbarians Lecture 4: Odyssey – Heart and Home

Στο νησί του Ήλιου, οι εναπομείναντες σύντροφοί του βρίσκουν το θάνατο και αυτός παρασυρόμενος από τα κύματα φτάνει μόνος του στο νησί της Καλυψούς. Με την Καλυψώ μένει για 7 χρόνια πριν αποχωρίσει με μια σχεδία και, μετά την τρικυμία που προκαλεί ο Ποσειδώνας, καταλήγει στο νησί των Φαιάκων. Εκεί περιμαζεύεται από την Ναυσικά και βρίσκει καταφύγιο στην Αυλή του βασιλιά Αλκίνοου, όπου τελικά αποκαλύπτει την πραγματική του ταυτότητα και συγκινεί όλους με την αφήγηση των περιπλανήσεων του (σημείο όπου ξεκινάει η Οδύσσεια). Με την βοήθεια του Αλκίνοου και έπειτα από νέα τρικυμία ο Οδυσσέας καταφέρνει τελικά, μετά από 10 χρόνια, να φτάσει στην Ιθάκη.
Στην επιστροφή αναγκάζεται αρχικά να κρυφτεί (αφού ήταν μόνος του) πριν τελικά εξοντώσει με τη βοήθεια του Τηλέμαχου και του Εύμαιου τους 40 μνηστήρες, δηλαδή αριστοκρατικούς γόνους του βασιλείου του, που θεωρώντας πως είναι νεκρός πολιορκούσαν επί 10 χρόνια την πιστή βασίλισσα Πηνελόπη, με κύριο σκοπό να καταλάβει κάποιος από αυτούς τον άδειο (όπως πίστευαν) θρόνο του Οδυσσέα.
Τελικά εξόντωσε και τις βασιλικές παλλακίδες που τον πρόδωσαν όλο αυτό το διάστημα.

Ποιός ήταν ο Αχιλλέας;

Στην Ελληνική μυθολογία, ο Αχιλλέας ήταν ο μεγαλύτερος και ο κεντρικός ήρωας της Ιλιάδας του Ομήρου.

Ο Αχιλλέας ήταν γιος του Πηλέα (γι’ αυτό τον αποκαλούσαν και Πηλείδη), βασιλιάς των Μυρμιδόνων στη Φθία (σημερινή ανατολική – βορειοανατολική Φθιώτιδα) και της Νηρηίδας Θέτιδας. Ο Δίας και ο Ποσειδώνας συναγωνίστηκαν για το χέρι της μέχρι που ένα μαντείο αποκάλυψε ότι θα γεννούσε ένα γιο μεγαλύτερο από τον πατέρα του, οπότε και πολύ σοφά επέλεξαν να την δώσουν σε κάποιον άλλο. Σύμφωνα με το μετα-Ομηρικό μύθο, η Θέτις προσπάθησε να κάνει τον Αχιλλέα άτρωτο, βουτώντας τον στα νερά της Στύγας, όμως πιάνοντάς τον από τη φτέρνα, τον άφησε τρωτό σ’ αυτό το σημείο.
Σε μια νεότερη και λιγότερο δημοφιλή εκδοχή, η Θέτιδα άλειψε το αγόρι με αμβροσία κι έπειτα το έβαλε πάνω από τη φωτιά ώστε να κάψει τα θνητά μέρη του κορμιού του. Διακόπηκε από τον Πηλέα και εγκατέλειψε πατέρα και γιό, εξοργισμένη. Ο Πηλέας τον έδωσε (ίσως μαζί με το μικρό φίλο του Πάτροκλο) στον κένταυρο Χείρωνα, στο όρος Πήλιο, να τον μεγαλώσει.
Ο μάντης Κάλχας δήλωσε ότι οι Έλληνες δεν θα μπορούσαν να νικήσουν δίχως τη βοήθεια του Αχιλλέα, όμως η μητέρα του, η Θέτιδα, ήξερε ότι θα πέθαινε αν πήγαινε στην Τροία. Έτσι τον έκρυψε στην αυλή του Λυκομήδη στη Σκύρο, μεταμφιεσμένο σε κορίτσι. Εκεί είχε ένα δεσμό με τη Δηιάμεια ή Δειδάμεια με αποτέλεσμα ένα γιο, το Νεοπτόλεμο. Ανακαλύφθηκε, όμως, από τον πανούργο Οδυσσέα, που έφτασαν μεταμφιεσμένοι σε γυρολόγους με κοσμήματα και όπλα. Ο Αχιλλέας εντοπίστηκε από το γεγονός ότι κοιτούσε τα «λάθος» αγαθά, δηλ. τα όπλα.
Από εκεί και πέρα χρειάστηκε ελάχιστη πειθώ να πάει στην Τροία, συνοδευόμενος από τον εξάδελφό του και καλύτερό του φίλο Πάτροκλο.
Στην Ιλιάδα ο Όμηρος περιγράφει με θαυμαστή γλαφυρότητα τις περιπέτειες του Αχιλλέα σ’ όλη τη διάρκεια της πολιορκίας της Τροίας.
Ηγούμενος των Μυρμιδόνων, ο Αχιλλέας κυρίευσε είκοσι τρεις από τις πόλεις τις συμμαχικές με την Τροία.
Στο δωδέκατο χρόνο του πολέμου, μετά την άλωση της Λυρνησσού, ο Αχιλλέας στη διανομή των λαφύρων πήρε σαν σκλάβα του τη Βρισηίδα και ο Αγαμέμνονας τη Χρυσηίδα, την κόρη του ιερέα του Απόλλωνα.
Ο αρχιστράτηγος των Ελλήνων, όμως, φέρθηκε άσχημα στον πατέρα της Χρυσηίδας, με αποτέλεσμα ο Απόλλωνας να φέρει λοιμό στο στρατόπεδο, για να τιμωρήσει τον ιερόσυλο Αγαμέμνονα.
Αυτός, μπροστά στον κίνδυνο, αναγκάστηκε να δώσει πίσω στον πατέρα της τη Χρυσηίδα, αλλά απαίτησε από τον Αχιλλέα τη δική του σκλάβα, τη Βρισηίδα, που του την πήρε με τη βία. Ο Αχιλλέας εξοργισμένος από την προσβολή, που του είχε γίνει, αποσύρθηκε μαζί με τους Μυρμυδόνες του και αρνήθηκε, παρόλα τα παρακάλια των Ελλήνων, να πάρει μέρος ξανά σε μάχη. Στην Ιλιάδα γίνεται λόγος για την μήνη του Αχιλλέα προς τον Αγαμέμνονα για τη όμορφη Βρισηίδα.
Αυτό έδωσε θάρρος στους Τρώες που, μη έχοντας να αντιμετωπίσουν πια το φοβερό Αχιλλέα, άρχισαν να κερδίζουν έδαφος και να προκαλούν πολλές συμφορές στους Έλληνες. Μάταια ο Αγαμέμνονας του έστειλε δώρα και σκλάβους, για να τον πείσει να υποχωρήσει στην απόφασή του. Μάταια τον παρακαλούσαν οι διάφοροι πολεμιστές να πάρει μέρος στη μάχη και να τρέψει σε φυγή τους Τρώες.
Μόνο στα λόγια του αδελφικού του φίλου του Πάτροκλου υποχώρησε και του έδωσε την υπέροχη πανοπλία που του είχε φτιάξει ο Ήφαιστος, για να ξεγελάσει τους Τρώες, ότι δήθεν ήταν ο Αχιλλέας αυτός που έπαιρνε μέρος στη μάχη. Ο Έκτορας όμως το κατάλαβε και στη μάχη που ακολούθησε σκότωσε τον Πάτροκλο και του πήρε την πανοπλία.
Ο πόνος για το θάνατο του φίλου του εξόργισε τον Αχιλλέα, που, ντυμένος με καινούρια πανοπλία (που θα τη ζήλευαν και αυτοί οι θεοί ακόμη), ρίχτηκε στη μάχη για να εκδικηθεί το χαμό του Πάτροκλου, σκοτώνοντας τον Έκτορα. Το παράφορο πάθος τον τυφλώνει και η δίψα της εκδίκησης, τον κάνει να λησμονήσει ότι οφείλουμε σεβασμό στους γενναίους εχθρούς και χρωστούμε ευλάβεια στο νεκρό που είναι ανίκανος να βλάψει.
Έδεσε έτσι το άψυχο σώμα του ηρωικού του αντίπαλου στο άρμα του και το έσυρε γύρω από τον τάφο του Πάτροκλου και από τα τείχη της Τροίας.
Το άψυχο κορμί του εχθρού του το έδωσε στον Πρίαμο που ήρθε να το ζητήσει. Η θανάτωση του Έκτορα προκάλεσε την οργή του Απόλλωνα, ο οποίος βοήθησε τον πιο δειλό απ’ τους Τρώες, τον Πάρη, να ρίξει με το τόξο του εναντίον του Αχιλλέα. Το βέλος τον χτύπησε στη φτέρνα, στο μόνο τρωτό σημείο του κορμιού του και τον σκότωσε. φοδρή μάχη μαίνεται γύρω από το κορμί του νεκρού, που τελικά το κερδίζουν οι Έλληνες. Μέρες ολόκληρες τον θρήνησαν η μητέρα του, οι Νηρηίδες και οι εννιά Μούσες τον ανδρείο, πανέμορφο ήρωα.
Το κορμί του το έκαψαν με μεγαλόπρεπη τελετή έντεκα μέρες μετά από το θάνατό του και τη στάχτη του την έβαλαν σ’ ένα χρυσό αμφορέα, μαζί με τη στάχτη του φίλου του Πάτροκλου και τον έθαψαν στην ακτή του Ελλήσποντου με μεγάλες τιμές.

 

[πηγή: youtube Achilles and the Tortoise – 60-Second Adventures in Thought]

 

Βυζαντινό πλοίο ανακαλύφθηκε στη στεριά!

Ένα πλοίο της Βυζαντινής εποχής μαζί με το φορτίο του εντόπισαν οι αρχαιολόγοι στην περιοχή Γιενίκαπι, όπου βρισκόταν το αρχαίο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης, το οποίο όμως είναι καλυμμένο εδώ και αιώνες από επιχώσεις. Το πλοίο χρονολογείται στον 5ο μ. Χ. αιώνα και ήταν προφανώς εμπορικό αφού βρέθηκε γεμάτο με αμφορείς, οι οποίοι χρησιμοποιούνταν για την μεταφορά αγαθών σε ρευστή μορφή (κρασί ή λάδι).
Στο σημείο αυτό πρόκειται να κατασκευαστεί σήμερα ένας σημαντικός κόμβος του μετρό της Κωνσταντινούπολης στο πλαίσιο του έργου του Μαρμαρά και οι αρχαιολόγοι, οι οποίοι σκάβουν στην περιοχή από το 2004 βρίσκονται διαρκώς μπροστά σε εκπλήξεις. Η ιδιαιτερότητα του νέου ευρήματος έγκειται στην εξαιρετική διατήρηση του πλοίου αφού, όπως αναφέρουν οι πρώτες πληροφορίες διασώζει το ξύλινο σκαρί του ενώ μόνον οι αμφορείς που βρίσκονται στην κορυφή του φορτίου είναι σπασμένοι, αντίθετα οι άλλοι, στα χαμηλότερα στρώματα φαίνεται να είναι άθικτοι. Το πλάτος του σκάφους εξάλλου είναι περίπου πέντε μέτρα – το μήκος μένει να αποκαλυφθεί από την ανασκαφή – ήδη όμως θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά πλοία που έχουν ανακαλυφθεί.
Στην ίδια περιοχή του παλιού βυζαντινού λιμανιού, το οποίο καλύφθηκε από λάσπη πιθανώς τον 10ο αιώνα και έτσι εγκαταλείφθηκε, οι αρχαιολόγοι έχουν εντοπίσει περί τα 35 «βυθισμένα» εμπορικά πλοία. Γεγονός για το οποίο το σημείο αυτό έχει χαρακτηριστεί ως η μεγαλύτερη ναυτική αρχαιολογική περιοχή όλων των εποχών.
«Αν το ναυάγιο ήταν στη θάλασσα, δεν θα ήταν τόσο καλά διατηρημένο», δηλώνει ο αρχαιολόγος Μεχμέτ Αλί Πολάτ. Ο αρχαιολόγος Σερέ Τσομλεκτσί λέει ότι κατάλοιπα του βυζαντινού πλοίου θα προσφέρουν πολλές πληροφορίες για το παρελθόν και η επικεφαλής των σωστικών ανασκαφών Ζεϊνέπ Κιζιλτάν υπόσχεται ότι όλα τα στοιχεία καθώς και το πλοίο θα παρουσιαστούν όταν τελειώσει η ανασκαφή στα τέλη του καλοκαιριού. Ενα σύνολο από τα ευρήματα των ανασκαφών πάντως εκτίθεται ήδη στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Κωνσταντινούπολης, μαζί με άλλα αντικείμενα που ανακαλύπτονται κατά τη διάρκεια των αρχαιολογικών ερευνών λόγω του μετρό γύρω από την πόλη.

 

Θερμού Μαρία | ΤΟ ΒΗΜΑ

Ποιος ήταν ο Πυγμαλίων;

O Πυγμαλίων ήταν μυθικός βασιλιάς της Κύπρου, που ερωτεύθηκε ένα γυναικείο άγαλμα της Αφροδίτης από ελεφαντόδοντο. Ζήτησε λοιπόν τελικά από τη θεά Αφροδίτη να του χαρίσει μια αληθινή γυναίκα όμοια με το άγαλμα. Μετά από λίγο, ο Πυγμαλίων είδε με έκπληξή του ότι το άγαλμα ήταν πια μια ζωντανή γυναίκα, η Γαλάτεια. Την παντρεύτηκε και από τον γάμο αυτό γεννήθηκε ο Πάφος, πατέρας του Κινύρα. Αυτά αναφέρει η Βιβλιοθήκη Απολλοδώρου. Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο κόρη του ήταν και η Μεθάρμη που παντρεύτηκε τον Κινύρα. Γιος του Πυγμαλίωνα και της Γαλάτειας αναφέρεται ο Πάφος επώνυμος και ιδρυτής της Πάφου.

Ο Οβίδιος στις Μεταμορφώσεις του (βιβλίο Χ) διηγείται την ιστορία με κάποια παραλλαγή: εδώ ο Πυγμαλίων είναι γλύπτης, όχι βασιλιάς, και το άγαλμα δικό του δημιούργημα.

Κατά τον Μεσαίωνα ο Πυγμαλίων αναφερόταν ως παράδειγμα των υπερβολών της ειδωλολατρίας, ίσως με κίνητρο την εκδοχή του Κλήμη του Αλεξανδρέα ότι ο Πυγμαλίων είχε φιλοτεχνήσει ένα άγαλμα της ίδιας της Αφροδίτης. Ο 18ος αιώνας ωστόσο βρίσκει τον μύθο ως διαδεδομένη αισθηματική ιστορία και ο Ρουσσώ δημιουργεί μία μουσική της παράσταση. Τον 19ο αιώνα κυριαρχούν εκδοχές στις οποίες το άγαλμα που ζωντάνεψε απορρίπτει τον Πυγμαλίωνα. Πρβλ. και το παραμύθι «Πινόκιο».

Peter O’Toole in Pygmalion