Tudo vale a pena
Se a alma não é pequena.
Everything is worthwhile
if the soul is not small.
Considero a vida uma estalagem onde tenho que me demorar até que chegue a diligência do abismo. Não sei onde ela me levará, porque não sei nada.
I think of life as an inn where I have to stay until the abyss coach arrives. I don’t know where it will take me, for I know nothing.
Um tédio que inclui a antecipação só de mais tédio; a pena, já, de amanhã ter pena de ter tido pena hoje.
A tedium that includes only the anticipation of more tedium; the regret, now, of tomorrow regretting having regretted today.
Creio que dizer uma coisa é conservar-lhe a virtude e tirar-lhe o terror.
I believe that saying a thing is to keep its virtues and take away its terror.
Porque eu sou do tamanho do que vejo
e não do tamanho da minha altura.
For I am the size of what I see
not my height’s size.
Levo comigo a consciência da derrota como um pendão de vitória.
I take with me the conscience of defeat as a victory banner.
Nunca pretendi ser senão um sonhador.
I never meant to be but a dreamer.
Ah, não há saudades mais dolorosas do que as das coisas que nunca foram!
There’s no regret more painful than the regret of things that never were!
Nunca amamos niguém. Amamos, tão-somente, a ideia que fazemos de alguém. É a um conceito nosso — em suma, é a nós mesmos — que amamos.
We never love someone. We just love the idea we have of someone. It’s a concept of ours – summing up, ourselves – that we love.
Há muito tempo que não sou eu.
It’s been a long time since I’ve been me.
Que seria do mundo se fôssemos humanos?
What would happen to the world if we were human?
Dispenso-a de comparecer na minha ideia de si.
I exempt you of being present in my idea of you.
Το ποίημα βασίζεται σε ένα απόσπασμα της Πολιτείας του Πλάτωνα (Πολιτεία 613e – 619a) που αναφέρεται στη μεταθανάτια ανταμοιβή των δικαίων και τιμωρία των αδίκων και ιδιαίτερα του Αρδιαίου, τύραννου της Παμφυλίας, που μεταξύ άλλων είχε σκοτώσει τον πατέρα του και τον μεγαλύτερο αδερφό του. Γι’ αυτό και η τιμωρία του, καθώς και άλλων τυράννων, στον άλλο κόσμο στάθηκε φοβερή. Οι Αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι με τους ασπαλάθους χτυπούσαν και τιμωρούσαν του τυράννους στον Άδη. Όταν εξέτιαν την καθιερωμένη ποινή που επιβαλλόταν στους αδίκους και ετοιμάζονταν να βγουν στο φως, το στόμιο του Άδη δεν τους δεχόταν, αλλά έβγαζε ένα μουγκρητό. «Την ίδια ώρα άντρες άγριοι και όλο φωτιά που βρίσκονταν εκεί και ήξεραν τι σημαίνει αυτό το μουγκρητό, τον Αρδιαίο και μερικούς άλλους, αφού τους έδεσαν τα χέρια και τα πόδια και το κεφάλι, αφού τους έριξαν κάτω και τους έγδαραν, άρχισαν να τους σέρνουν έξω από το δρόμο και να τους ξεσκίζουν επάνω στ’ ασπαλάθια και σε όλους όσοι περνούσαν από εκεί εξηγούσαν τις αιτίες που τα παθαίνουν αυτά και έλεγαν πως τους πηγαίνουν να τους ρίξουν στα Τάρταρα».
Το ποίημα εκφράζει τους συνειρμούς του Σεφέρη για την τύχη όποιων στερούν την ελευθερία των Ελλήνων πολιτών.
Ήταν ωραίο το Σούνιο τη μέρα εκείνη του Ευαγγελισμού
πάλι με την άνοιξη.
Λιγοστά πράσινα φύλλα γύρω στις σκουριασμένες πέτρες
το κόκκινο χώμα κι ασπάλαθοι
δείχνοντας έτοιμα τα μεγάλα τους βελόνια
και τους κίτρινους ανθούς.
Απόμακρα οι αρχαίες κολόνες, χορδές μιας άρπας αντηχούν ακόμη …
Γαλήνη.
– Τι μπορεί να μου θύμισε τον Αρδιαίο εκείνον;
Μια λέξη στον Πλάτωνα θαρρώ, χαμένη στου μυαλού τ’ αυλάκια·
τ’ όνομα του κίτρινου θάμνου
δεν άλλαξε από εκείνους τους καιρούς.
Το βράδυ βρήκα την περικοπή:
“Τον έδεσαν χειροπόδαρα” μας λέει
“τον έριξαν χάμω και τον έγδαραν
τον έσυραν παράμερα, τον καταξέσκισαν
απάνω στους αγκαθερούς ασπάλαθους
και πήγαν και τον πέταξαν στον Τάρταρο, κουρέλι”.
Έτσι στον κάτω κόσμο πλέρωνε τα κρίματά του
ο Παμφύλιος Αρδιαίος ο πανάθλιος Τύραννος.