το φθαρμένο βιβλίο

Ένας νεαρός φυσικός βρίσκει μια μέρα στο γραμματοκιβώτιό του ένα παλαιό φθαρμένο βιβλίο.
Για κάποιο περίεργο λόγο στη θέση του αποστολέα βλέπει το δικό του όνομα αλλά δεν δίνει και πολύ σημασία.
Με μεγάλη του έκπληξη διαπιστώνει ότι το βιβλίο περιέχει τα αναλυτικά σχέδια για την κατασκευή της μηχανής του χρόνου. Υπάρχει μια σημείωση προς το τέλος που λέει ότι η κατασκευή θα πάρει δέκα χρόνια.
Για να προλάβει την καταστροφή του πολύτιμου βιβλίου, κάθεται και το αντιγράφει προσεκτικά και φτιάχνει ένα καινούργιο.
Ξεκινάει στο εργαστήριό του να φτιάχνει τη μηχανή, έχοντας το καινούργιο βιβλίο πάντα δίπλα του ώστε να ακολουθεί πιστά τις οδηγίες.
Με τα χρόνια η μηχανή προχωράει και το βιβλίο φθείρεται από την καθημερινή χρήση.
Όταν μετά από δέκα χρόνια ολοκληρώνει την κατασκευή, το βιβλίο είναι πλέον ετοιμόρροπο.
Βάζει το βιβλίο μέσα στη μηχανή, τη ρυθμίζει στο -10 χρόνια και το στέλνει στον εαυτό του.
Έτσι, ένας νεαρός φυσικός βρίσκει μια μέρα στο γραμματοκιβώτιό του ένα παλαιό φθαρμένο βιβλίο…

[via]

Ποιός ήταν ο Πάνας;

Ο Πάνας (αρχ. Παν) είναι αρχαία ελληνική, ιδεατή, ανθρωπόμορφη και δευτερεύουσα θεότητα, που ήταν συνυφασμένη με την «πανίδα» της Φύσης, (άνθρωποι και ζώα) σε μια αμφίδρομη σχέση προστασίας, αλλά και προσωποποίηση της γενετικής δύναμης της ζωής.

Συνδυάζοντας τον ανθρώπινο και ζωικό παράγοντα, ο Πάνας απεικονιζόταν έχοντας κάτω άκρα ζώου, «Θεός τραγοπόδαρος», πλέον ως προστάτης των κτηνοτρόφων, κυνηγών αλλά και των αλιέων με μόνιμη διαμονή του σε χώρους της φύσης (όρη, δάση, σπήλαια, κοιλάδες, ρεματιές κλπ). Η λατρεία του έλαβε μέγιστη ανάπτυξη παράλληλα με εκείνη του Δία και των άλλων Ολύμπιων Θεών σε όλο τον ελλαδικό χώρο και πέραν αυτού.
Κατά τις κυριότερες μυθολογικές παραδόσεις των αρχαίων Ελλήνων ο Πάνας ήταν γιος:
  •     (Αρκαδία): Του Ερμή και της νύμφης Πηνελόπης, που μετέστη αργότερα στον ουρανό ως υφάντρα του ουράνιου πέπλου και την οποία μεταγενέστεροι μυθογράφοι την ταύτισαν με τη Σπαρτιάτισσα σύζυγο του Οδυσσέα. Και είχε γεννηθεί στο όρος Κυλλήνη της αρχαίας Αρκαδίας.
  •     (Αρκαδία): Του Ερμή και της νύμφης Καλλιστούς, συνοδού της θεάς Άρτεμης στην Αρκαδία, που αργότερα μετέστη επίσης στον ουρανό σχηματίζουσα τη Μεγάλη Άρκτο.
  •     Του Διός και της νύμφης Καλλιστούς ή του Διός και της νύμφης Θύμβριδος, ή
  •     Του Ουρανού και της Γης, ή
  •     Του Αιθέρος και κάποιας νύμφης, ή τέλος
  •     Του Απόλλωνα και της Οινόης.
Η εμφάνιση του Πάνα στην Ελληνική Μυθολογία φαίνεται να ανάγεται στον 7ο αιώνα π.Χ.. Σύμφωνα με τις επικρατέστερες παραδόσεις γεννήθηκε στο όρος Λύκαιον της Αρκαδίας. Μόλις όμως τον αντίκρισε η μητέρα του τον εγκατέλειψε τρομαγμένη από τη μορφή που είχε, με δύο κέρατα κατσικιού στο κεφάλι, μυτερά αυτιά, γενειοφόρος και τραγοπόδαρος. Ο Ερμής που αντιλήφθηκε τη σκηνή έσπευσε και προστάτευσε τον έκθετο Πάνα τον οποίο και μετέφερε στον Όλυμπο όπου και τον παρουσίασε στον Δία και τους άλλους θεούς οι οποίοι και τον καλοδέχθηκαν. Στη συνέχεια επέστρεψε και ανατράφηκε από τις αρκαδικές Νύμφες, οπότε και έγινε φίλος του Διονύσου και εμφανίσθηκε πλέον ως προστάτης των γεωργών και κτηνοτρόφων και των προϊόντων τους, φίλος του κρασιού και του γλεντιού.
Ο Πάνας ήταν ο σύντροφος των Νυμφών και ακούραστος εραστής κάθε νέας ή νέου που πλησίαζε το χώρο του δηλαδή την Φύση. Προστάτης του πολλαπλασιασμού των αιγοπροβάτων δεν άργησε να θεωρείται και ο ίδιος επιβήτορας ακόμη και αυτών. Αγαπούσε τη φυσική υπαίθρια ζωή όπου περνούσε ώρες ατέλειωτες παίζοντας με το ποιμενικό του αυλό, τη σύριγγα. Λέγεται μάλιστα ότι η Σύριγγα (αρχαία: Σύριγξ) ήταν και αυτή Νύμφη η οποία προκειμένου να τον αποφύγει μεταμορφώθηκε σε καλαμιά. Τότε ο Πάνας έκοψε απ΄ αυτή ανόμοια τεμάχια καλαμιού τα οποία και ένωσε σε σειρά και δημιούργησε τον αυλό του.
Οι ερωτικές του περιπέτειες που είχε με τις διάφορες Νύμφες είναι πολλές σημαντικότερη των οποίων φέρεται εκείνη της αποπλάνησης της Σελήνης, (ιδεατή ερμηνεία της Νέας Σελήνης)
Χαρακτηριστικός επίσης, σχετικά με το πρόσωπό του, είναι και ο θρύλος ότι στη Μάχη του Μαραθώνα βοήθησε τους Έλληνες εναντίον των Περσών με δυνατές και τρομακτικές φωνές επαναλαμβάνοντας ρυθμικά το όνομά του “παν – παν – παν…. με συνέπεια οι Πέρσες, ακούγοντάς τον, καταλήφθηκαν από πανικό (λέξη που προέρχεται από το όνομα Παν) όπου και υποχώρησαν.
Όπως είναι φυσικό στην αρχή ο Πάνας λατρευόταν στην Αρκαδία στο όρος που γεννήθηκε ως ποιμενικός και νόμιος δευτερεύων θεός, εξ ού και παλαιότερα η Αρκαδία λεγόταν Πανία. Στο Λύκαιο υπήρχε ο αρχαιότερος ναός αφιερωμένος στον Πάνα και τη Σελήνη. Αργότερα στη Λυκόσουρα δημιουργήθηκε σημαντικός ναός του Πανός στον οποίο ασκούσαν, όπως σημειώνει ο Παυσανίας, και μαντική. Επίσης στη θέση Μέλπεια εκτός από τον ναό του Πανός βρέθηκαν πολυάριθμα πήλινα και χάλκινα ειδώλια του 6ου και 5ου αιώνα π.Χ., μάλλον υπό μορφή ταμάτων. Σταδιακά ο Παν λατρευόμενος και από τους αλιείς, εξ ου και η προσωνυμία “Παν ο Ακτιος” ή “Πάν Άκτιος”, δημιουργήθηκαν παράλια ίερά κυρίως σε αλιευτικά καταφύγια της αρχαιότητας.
Όταν επίσης οι Αθηναίοι τον θεώρησαν σημαντικό συντελεστή στη νίκη τους κατά των Περσών ο Πάνας απέκτησε και τον χαρακτήρα πολεμικής θεότητας. Έτσι στην Αττική πολλά σπήλαια (άντρα) και λόφοι πήραν το όνομά του. Μεταξύ αυτών είναι το σπήλαιο της βορειοδυτικής πλευράς του βράχου της Ακρόπολης της Αθήνας, ένα άλλο στη Πάρνηθα, ένα τρίτο στο Μαραθώνα και ένα τέταρτο στη Βάρη το λεγόμενο “Σπήλαιο του Νυμφολήπτου ή Αρχεδήμου”. Σε όλα αυτά βρέθηκαν ανάγλυφα που παρουσιάζουν τον Πάνα τον Ερμή και τις Νύμφες καθώς και πολλά αναθήματα ένα εκ των οποίων είναι και το αναθηματικό ανάγλυφο που εκτίθεται στη Στοά του Αττάλου, (της εικόνας). Επίσης το Πάνειο ή Πανείο όρος, βορειοανατολικά της Βάρης καθώς και ο λόφος ο λεγόμενος σήμερα “Πανί” στην περιοχή Αλίμου ήταν αφιερωμένοι στον Πάνα. Επίσης ο Πάνας λατρευόταν στην Αίγινα, στο Άργος, στη Ψυττάλεια, στη Σικυώνα, στη Τροιζήνα, στον Ωρωπό, στη Μεγαλόπολη, στο Κωρύκειο άντρο και κυρίως στην Πιάνα Αρκαδίας καθώς το χωριό πήρε την ονομασία του από το θεό. Στο τελευταίο αναφερόμενο χωριό υπάρχει και η σπηλιά του Πάνα, την οποία μπορεί κανείς να επισκεφτεί μόνο με τα πόδια ακολουθώντας το μονοπάτι, ή όπως χαρακτηριστικά μας ενημερώνουν και οι ταμπέλες, ένα “κατσικόδρομο” μέσω μιας διαδρομής απαράμιλλης ομορφιάς (η οποία ξεκινά από την πλατεία του χωριού) και να δει επάνω στο βράχο σχηματισμένη τη μορφή της θεότητας (κοιτάζοντας την είσοδο της σπηλιάς στο επάνω μέρος, διαγωνίως-δεξιά). Κατά το πρόσφατο παρελθόν η σπηλιά είχε χρησιμοποιηθεί από ντόπιους βοσκούς οι οποίοι έβρισκαν εκεί ένα καταφύγιο για να προστατευθούν οι ίδιοι και τα ζώα τους από την βροχή. Το μαύρο χρώμα, που ίσως κάνει εντύπωση στον επισκέπτη, στα τοιχώματα της σπηλιάς προέρχεται από τις φωτιές που άναβαν οι βοσκοί, για να ζεσταθούν το χειμώνα.
Η λατρεία όμως του Πάνα υπήρξε και εκτός ελλαδικού χώρου. Συγκεκριμένα στην αιγυπτιακή πόλη Χέμμιν, την “Πανόπολη” των αρχαίων Ελλήνων ο Πάνας ταυτιζόταν με τον θεό Μιν. Στη δε Ρώμη συνδυάστηκε με τον Λούπερκο προς τιμή του οποίου γίνονταν τα Λουπερκάλια. Επίσης στη ελληνιστική περίοδο οι Στωικοί φιλόσοφοι αλλά και οι Ορφικοί φιλόσοφοι ανήγαγαν τον Πάνα ως θεό του “σύμπαντος κόσμου” (εκ του παν = όλος, σύμπαν) και ιδεατή προσωποποίηση της Φύσης και των δυνάμεών της. Στους δε ύστερους χρόνους ο Παν θεωρήθηκε θνητή δαιμονική μορφή. Έτσι με την έλευση του Χριστιανισμού η μορφή του Πανός αντί της ιδεατής μορφής της υπαίθριας ζωής υιοθετήθηκε μεν αλλά διαστρεβλωμένη ως μορφή του διαβόλου της κόλασης.
Ο θεός Πάν κατέχει ιδιαίτερη σημαντική θέση στην τέχνη. Τα ιερά του δένδρα ήταν η δρυς και η πίτυς (πεύκο). Σύμβολά του η σύριγγα (ο αυλός του) και η σφενδόνη. Στις θυσίες που του πρόσφεραν περιλαμβάνονταν αγελάδες, κριάρια και πρόβατα καθώς γάλα και μέλι. Η αρχαία τέχνη τον απεικόνισε στις διάφορες ασχολίες του και σε ερωτικές σκηνές με τους Σάτυρους, τον Ερμή και τον Διόνυσο.

Ο ΘΕΟΣ ΠΑΝ , Η ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ ΤΟΥ

Ποιός ήταν ο Απόλλων;

Ο Απόλλωνας ήταν ένας από τους 12 θεούς του Ολύμπου, ο σπουδαιότερος μετά τον Δία. Δεν έχουμε σαφείς ενδείξεις για την προέλευσή του. Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, η λατρεία του εισήλθε στον ελλαδικό χώρο από την Ανατολή. Άλλες θεωρίες φέρουν τους Δωριείς ως κομιστές της λατρείας του αλλά και την ως τόπο εμφάνισης του, την Κρήτη, μέσω της οποίας η λατρεία του μεταλαμπαδεύτηκε στην Μικρά Ασία. Διέθετε γύρω στις 350 επικλήσεις, προσωνύμια και τοπικές λατρείες του, θεραπευτής, μάντης και ηλιακός («Φοίβος»).

Ο πιο διαδεδομένος μύθος για την γέννησή του αναφέρει πως αυτή πραγματοποιήθηκε στο νησί Ορτυγία (η σημερινή Δήλος) από τη Λητώ που υπήρξε σύζυγος του Δία πριν από την Ήρα. Λόγω της μεγάλης ζήλιας της Ήρας για την Λητώ, κανένας τόπος δεν τη δεχόταν να γεννήσει εκτός από την Ορτυγία. Ήταν ένα νησί που έως τότε έπλεε ελεύθερο στα κύματα κι έτσι ήταν δύσκολο η Ήρα να ανιχνεύσει την τοποθεσία στην οποία η Λητώ είχε καταφύγει. Αργότερα, ο Δίας σταθεροποίησε το νησί προκειμένου να πραγματοποιηθεί η γέννηση του Απόλλωνα. Οι πόνοι του τοκετού διήρκεσαν εννιά μέρες και εννιά νύχτες και τότε η Ειλείθυια, η μαμή, που η Ήρα κρατούσε επίτηδες κοντά της, μπόρεσε να διαφύγει ώστε να βοηθήσει την ετοιμόγεννη Λητώ. Πρώτη γεννήθηκε η Άρτεμις και ύστερα ο Απόλλωνας. Η Ορτυγία ονομάστηκε Δήλος επειδή εκεί αποκαλύφθηκε (έγινε δήλος, δηλαδή φανερός) ο θεός Απόλλωνας.
Σύμφωνα με άλλες απόψεις, ο Διόδωρος ο Σικελιώτης υποστηρίζει πως γενέθλιος τόπος του Απόλλωνα δεν είναι η Δήλος, αλλά η Κρήτη. Ωστόσο η ελληνικότητα του Απόλλωνα αμφισβητείται από τους σύγχρονους ερευνητές. Ορισμένοι υποστηρίζουν πως προέρχεται από το Bορρά, άλλοι από την Ανατολή. Αρχαίες πηγές αναφέρουν πως ο Απόλλων προερχόταν ή αποσυρόταν κάθε χρόνο στη χώρα των Υπερβορείων. Προς επίρρωση της εκδοχής αυτής συμβάλλει και το γεγονός ότι ο μελωδικός κύκνος του θεού είναι βόρειο πουλί, καθώς και ότι το ήλεκτρο, που συνδέεται με αυτόν είναι βορεινό προϊόν. Άλλοι θεωρούν ως τόπο προέλευσης του Απόλλωνα το νησί των ωδικών κύκνων, την Ελιγολάνδη. Επικρατέστερη ωστόσο φαίνεται πως είναι η εκδοχή ότι ο Απόλλωνας κατάγεται από τη Μικρά Ασία, και συγκεκριμένα από τη Λυκία. Είναι χαρακτηριστικό πως επονομάζεται Λητοΐδης, δηλαδή γιος της Λητούς, κάτι που συνέβαινε συχνότατα στη Λυκία, ενώ οι Έλληνες πολύ σπάνια ονομάζονταν από τις μητέρες τους. Η Λητώ καταγόταν πιθανότατα από τη Λυκία, όπου μια παρεμφερής με το όνομα της λέξη σήμαινε «γυναίκα». Ο ίδιος ο Απόλλωνας ονομαζόταν Λύκιος και οι Δήλιοι πίστευαν πως περνούσε τους χειμερινούς μήνες του χρόνου στη Λυκία. Ο εορτασμός του είχε οριστεί την έβδομη μέρα του μήνα, σύμφωνα με το βαβυλωνιακό έθιμο. Ο προομηρικός ποιητής Ωλήν που και αυτός καταγόταν από τη Λυκία, υπήρξε ιδρυτής του δελφικού μαντείου, εφευρέτης του εξάμετρου και υμνητής των θεοτήτων της Δήλου. Τέλος, είναι χαρακτηριστικό ότι παρ’όλο που ο Όμηρος περιγράφει το θεό Απόλλωνα ως ισότιμο των Ολυμπίων, στην Ιλιάδα εμφανίζεται μαζί με την αδερφή του Άρτεμη να πολεμάει στο πλευρό των Τρώων και εναντίον των Ελλήνων, ενώ όλοι οι άλλοι θεοί είναι με το μέρος τους, εκτός από τον Άρη και την Αφροδίτη που θεωρούνται θεοί ξενικής καταγωγής.
Σύμφωνα με την προ-ομηρική παράδοση ο Απόλλωνας και ο Πάρις ήταν αυτοί που σκότωσαν τον Αχιλλέα, τον μεγαλύτερο και πιο ξακουστό ήρωα των Αχαιών. Το πιθανότερο είναι, λοιπόν, πως οι Έλληνες ήρθαν για πρώτη φορά σε επαφή με τη θρησκεία του Απόλλωνα στην μικρασιατική ακτή, κάπου μεταξύ 1100 και 800 π.Χ. Στην Ιλιάδα είναι ο μεγάλος πολεμικός θεός προστάτης και σύμμαχος των Τρώων και βασικός υπερασπιστής και βοηθός του Έκτορα. Ορθώνει την αιγίδα του εναντίον των Αχαιών και με την πολεμική ιαχή του «λιώνει το θάρρος στα στήθη τους και ξεχνούν το πολεμόχαρο πνεύμα τους». Σε άλλο σημείο της Ιλιάδας, παρακολουθούμε τον Απόλλωνα, κάνοντας χρήση των θεϊκών του δυνάμεων, να ξεγυμνώνει τον Πάτροκλο από τα άρματά του και να του αφαιρεί κομμάτι-κομμάτι την ένδοξη ακατανίκητη πανοπλία του Αχιλλέα, ώστε να διευκολύνει τον Έκτορα να σκοτώσει τον Αχαιό ήρωα με δόλο. Αλλού, ο Αχιλλέας φαίνεται να αντιλαμβάνεται πως τα αθέατα βέλη που σκοτώνουν τους συντρόφους του προέρχονται από θεϊκό χέρι, αγνοεί όμως για ποιο λόγο ο θεός είναι οργισμένος μαζί τους. Ακόμα, ο Απόλλωνας είναι θεός της προφητείας και της μαντικής τέχνης. Ο Κάλχας, ο μάντης των Ελλήνων στρέφεται προς αυτόν για να πάρει χρησμούς σχετικούς με το λοιμό που πλήττει το στρατόπεδο των Αχαιών. Αυτός μαθαίνει την αιτία του θυμού του θεού και διευκρινίζεται πως ο θεός που μπορεί να φέρει το σκοτάδι και το θάνατο, «γρήγορος σαν τη νύχτα», είναι ο ίδιος λαμπρός σαν το φως. Από εκεί αντλείται και το άλλο προσωνύμιό του, Φοίβος. Άλλες γνωστές επικλήσεις του είναι οι Αγραίος, Αγρέτης, Άκτιος, Αμυκλαίος, Γεννήτωρ, Δειραδιώτης, Διονυσοδότης, Εναγώνιος, Επάκυιος, Ήλιος, Κάρνειος, Κιθαρωδός, Κουροτρόφος, Μουσαγέτης ή Μουσηγέτης. Νόμιος, Ογκαίος, Ογκεάτας, Πτώος, Πύθιος, Σπόνδιος, Τμώος, Τυρίτης, Υπερβόρειος κ.ά.
Η μάχη με τον Πύθωνα και οι Δελφοί
Σημαντικός για τη θρησκεία και την τιμή προς τον Απόλλωνα είναι ο σχετικός μύθος για τον αγώνα του θεού του Φωτός και της Μουσικής με τον δράκοντα Πύθωνα. Σύμφωνα με άλλες παραλλαγές του μύθου ανταγωνιστής του θεού είναι η δράκαινα Δελφίνη. Ο Πύθωνας καταγόταν από τη Γαία και ο Ευριπίδης αναφέρεται σε αυτόν στην Ιφιγένεια εν Ταύροις ως «γας πελώριον τέρας», το οποίο κατέβαινε στην εύφορη πεδιάδα της Κρίσης σπέρνοντας την καταστροφή και τον θάνατο. Η Λητώ και οι Νύμφες παρακολούθησαν τον αγώνα του Απόλλωνα με το σαυροειδές αυτό θηρίο, ενθαρρύνοντας τον θεό και ψάλλοντας έπειτα ύμνους και παιάνες για να γιορτάσουν ένδοξα τη νίκη του. Ο Πύθων είχε καταδιώξει τη Λητώ όταν ήταν έγκυος, με διαταγή της ζηλόφθονης Ήρας, οπότε ο φόνος του ήταν πράξη ευλάβειας και ένδειξη αγάπης και σεβασμού του Απόλλωνα προς τη μητέρα του. Πάντως χρειάστηκε να εξιλεωθεί μετά το φόνο αυτό. Σύμφωνα με άλλη παραλλαγή του μύθου, ο Απόλλωνας διαδέχτηκε στον χώρο των Δελφών τον προκάτοχό του Πύρρο ή Λύκο ή Δευκαλίωνα. Μάλιστα, η συγκεκριμένη πάλη ανάμεσα στις δύο αυτές θεότητες, φέρεται να απηχεί συγκρούσεις μεταξύ λαών.
Από το περιστατικό της εξόντωσης του Πύθωνα προέρχονται οι ονομασίες Πύθια (η εορτή προς τιμή του Απόλλωνα) και Πυθία (η ιέρεια του μαντείου των Δελφών). Ο Απόλλωνας επεμβαίνει άλλες δύο φορές στη μυθολογία υπέρ της μητέρας του: Στην πρώτη, σκοτώνει το γίγαντα Τίτυ, γιο της Ελάρας, που αποπειράθηκε να τη βιάσει. Στη δεύτερη οδηγεί σε θάνατο τους επτά γιους της Νιόβης, μαζί με τη αδερφή του Άρτεμη, η οποία σκότωσε τις επτά κόρες της. Η αιτία αυτών των θανάτων είναι πως η Νιόβη, εάν και θνητή, είχε καυχηθεί πως είχε 14 παιδιά ενώ η Λητώ είχε μόνο δύο, διαπράττοντας έτσι ύβρη.
Στους Δελφούς ο Απόλλων είχε ιδρύσει το περίφημο μαντείο του, όπου η Πυθία καθόταν, ως ιέρεια του θεού, σε ένα χρυσό τρίποδα σκεπασμένο με το δέρμα του Πύθωνα και, μασώντας φύλλα δάφνης, πρόφερε σε εξάμετρα τον χρησμό της δοσμένο από τον θεό, που ήταν πάντα σκοτεινός και αινιγματικός. Για το λόγο αυτό ο Απόλλων ονομαζόταν και Λοξίας, ως «λοξά αποκρινόμενος», σύμφωνα με χωρίο του Λουκιανού, στο έργο του Θεών Διάλογοι. Στους Δελφούς κατέφευγαν άνθρωποι που είχαν διαπράξει κακό εν αγνοία τους ή άθελά τους και υπέφεραν γι’ αυτό, και γενικά όσοι ήθελαν να μάθουν τι πρέπει να κάνουν για να είναι θεάρεστες οι πράξεις τους και να κερδίσουν την υποστήριξη και την εύνοια των θεών. Από την ελληνική μυθολογία έχουμε ποικίλα παραδείγματα ηρώων που καταφεύγουν στο Μαντείο των Δελφών για χρησμό: στις Ευμενίδες του Αισχύλου, ο Ορέστης οφείλει να πάει στους Δελφούς να εξαγνιστεί αν και σκότωσε τη μητέρα του με υποκίνηση του ίδιου του θεού Απόλλωνα, υπερασπιζόμενος την τιμή του πατέρα του. Ο Οιδίποδας, όπως μας τον κληροδοτεί ο Σοφοκλής, μέσα στην άγνοιά του και στην προσπάθεια να βρει την αλήθεια και την ατομική του ταυτότητα, επιχειρώντας να αποφύγει την εκπλήρωση του χρησμού του μαντείου πως θα σκοτώσει τον πατέρα του και θα συνάψει ερωτική σχέση με την μητέρα του, εν τέλει άθελά του την επιβεβαιώνει. Η στενή αυτή σχέση του Μαντείου με ηθικά ζητήματα και θέματα δικαιοσύνης ήταν φυσικό να κάνει το Δελφικό Απόλλωνα νομοθέτη των ελληνικών πόλεων, ειδικά σε θέματα που έχρηζαν θρησκευτικής κύρωσης. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα στην Πολιτεία του, ο Απόλλων εξηγεί σε όλους τους ανθρώπους τα των ναών, θυσιών και άλλων υπηρεσιών προς τη θεότητα, καθώς και το τυπικό που συνδέεται με το θάνατο και τη μεταθανάτια ύπαρξη. Γίνεται έτσι ο ιδρυτής πολλών τελετουργικών πράξεων και του τυπικού της θρησκείας.
Στον ερωτικό τομέα, κατά τη μυθολογία, ο Απόλλωνας αποδεικνύεται μάλλον άτυχος. Οι έφηβοι που τον επιθυμούν ή σχετίζονται μαζί του καταδιώκονται από ατυχία, όπως ο νεαρός Υάκινθος. Οι γυναίκες που εκείνος ερωτεύεται μένουν μαζί του ψυχρές. Χαρακτηριστικός είναι ο μύθος της Δάφνης που για να αποφύγει την ερωτική ένωση με τον θεό μετατράπηκε στο δέντρο Δάφνη με τη βοήθεια της Γης και από τότε, τιμητικά έγινε το ιερό και αγαπημένο δέντρο του Απόλλωνα και χρησιμοποιήθηκε στην λατρεία του. Πάντως από τους έρωτες του γεννιούνται εξαιρετικά πρόσωπα της ελληνικής μυθολογίας που φέρουν ιδιότητες αντίστοιχες με του θεού πατέρα τους, όπως ο Ασκληπιός, ο Αρισταίος, ο Άραβος, ο Μόψος και ο Ορφέας. Ως ιερά φυτά του Απόλλωνα, αναφέρονται η δάφνη, ο ηλίανθος, η άρκευθος, η μυρίκη, το ηλιοτρόπιο και ο υάκινθος.

God of the Greek Myths – Apollo as read by Richard Kiley

9 ρητά + 1 εικόνα = πόστ

“Το αληθινό δράμα στην περίπτωση του Σάντσου και του Δον Κιχώτη είναι ότι ο Σάντσος μπορεί να φανερώνει στο Δον Κιχώτη την πλάνη του, ο Δον Κιχώτης όμως δε γίνεται  ποτέ ν’ αποδείξει στο Σάντσο το μεγαλείο της πλάνης.”
ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ “Προσωπικές σημειώσεις”

Οι τρεις  βασικοί νόμοι της ζωής είναι: το άνισο, το άδικο, το ανήθικο.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ “Προσωπικές σημειώσεις”

Θεμέλιον της ευτυχίας είναι η ελευθερία και της ελευθερίας η ευψυχία.
ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ “ΙΣΤΟΡΙΑΙ”

Η ελευθερία προϋποθέτει τη σκληρότητα. Δεν μπορώ να είμαι ελεύθερος όταν ενδίδω.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ “Προσωπικές σημειώσεις”

Να τη μετράς σαν ασυχώρετη αμαρτία σου την ώρα όπου έτυχε και πίκρανες ένα σου φίλο.   
ΘΡΑΣΟΣ ΚΑΣΤΑΝΑΚΗΣ “Η ΠΑΓΙΔΑ”

Υπεροψία θα πει να μην μπορείς να διαβάζεις τα διδάγματα της ζωής.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ “Προσωπικές σημειώσεις”

Η φιλία κρατάει μονάχα μια μέρα. Κάθε μέρα πρέπει να της αλλάζεις βρακί.
ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΛΟΥΝΤΕΜΗΣ «ΑΓΕΛΑΣΤΗ ΑΝΟΙΞΗ»

7/1/1941
Ποιος θα μου δώσει ποτέ πίσω τους μήνες αυτούς, τους μοναδικούς, που το παιδάκι μου μεγαλώνει, που κάθε μέρα του, κάθε στιγμή του είναι και μια καινούργια λέξη, μια καινούργια νόηση, μια καινούργια χαρά, και που εγώ δεν θα την ξαναβρώ ποτέ, δεν θα τις χαρώ ποτέ μου;
ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ “Προσωπικές σημειώσεις”

Φιλία είναι η συμφωνία δύο ανθρώπων να μην προχωρήσουν στο βάθος, αλλά να μείνουν πάντα στην επιφάνεια.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΣΑΡΟΥΧΗΣ «ΤΑ ΓΝΩΜΙΚΑ ΤΟΥ ΤΣΑΡΟΥΧΗ»

Ποιά ήταν η Αθηνά;

Η Αθηνά, κατά την Ελληνική μυθολογία, ήταν η θεά της σοφίας, της στρατηγικής και του πολέμου. Παλαιότεροι τύποι του ονόματος της θεάς ήταν οι τύποι Ἀθάνα (δωρικός) και Ἀθήνη. Στον πλατωνικό Κρατύλο το όνομα Αθηνά ετυμολογείται από το Α-θεο-νόα ή Η-θεο-νόα, δηλαδή η νόηση του Θεού (Κρατυλ. 407b), αλλά η εξήγηση αυτή είναι παρετυμολογική. Η επιστημονική βιβλιογραφία θεωρεί το θεωνύμιο προελληνικό και αγνώστου ετύμου.

Συμβολίζεται από μια κουκουβάγια, έφερε μια ασπίδα από δέρμα κατσίκας, ονομαζόμενη Αιγίς που της είχε δοθεί από τον πατέρα της και συνοδεύεται από τη θεά Νίκη. Η Αθηνά συχνά βοήθησε ήρωες. Παριστάνεται οπλισμένη, ποτέ ως παιδί, πάντα παρθένος. Ο Παρθενώνας στην Αθήνα είναι ο πιο διάσημος ναός αφιερωμένος σ’ αυτήν. Ποτέ δεν είχε σύντροφο ή εραστή, αν και μια φορά ο Ήφαιστος προσπάθησε και απέτυχε.

Η Αθηνά ήταν η αγαπημένη κόρη του Δία. Μητέρα της ήταν η Μήτις, πρώτη σύζυγος του Δία. Ο Δίας ύστερα από προφητεία έμαθε ότι η Μήτις θα γεννούσε παιδί το οποίο θα ανέτρεπε από την εξουσία τον πατέρα του, οπότε την κατάπιε ενώ ήταν έγκυος στην Αθηνά. Αργότερα, ο Δίας άρχισε να υποφέρει από πονοκεφάλους και κάλεσε τον Ήφαιστο να τον βοηθήσει. Τότε ο Ήφαιστος με ένα μεγάλο σφυρί χτύπησε το κεφάλι του Δία και πετάχτηκε η Αθηνά πάνοπλη, φορώντας περικεφαλαία και κρατώντας μια ασπίδα. Βλέποντας το Δία, τα πέταξε στα πόδια του, δείγμα αναγνώρισής του ως υπέρτατου θεού.

Η Αθηνά, ως θεά του πολέμου, ήταν περιβεβλημένη με Αιγίδα, διαφορετική από αυτήν του Διός. Κατά μία εκδοχή, η Αθηνά κατασκεύασε την αιγίδα της από το δέρμα της Χίμαιρας ή, κατ’ άλλη εκδοχή, από το δέρμα του τέρατος Αιγίδος ή Αιγήεντος, το οποίο κατέστρεφε τα πάντα στη Λιβύη, την Αίγυπτο, τη Φρυγία και τη Φοινίκη, και το οποίο η Αθηνά εξολόθρευσε. Επίσης στην ασπίδα (και στο περιθωράκιο) της Αθηνάς ήταν το κεφάλι της Μέδουσας. Η Μέδουσα, αρχικά, ήταν μια πολύ όμορφη θνητή γοργόνα και για αυτό τον λόγο την πολιόρκησε ο Ποσειδώνας, διέπραξαν όμως προσβολή στην Αθηνά μιαίνοντας έναν ναό της ερωτοτροπώντας μέσα σ’ αυτόν. Τότε η Αθηνά την μεταμόρφωσε σε τέρας ώστε να μην την πολιορκήσει ξανά κανένας άντρας, ενώ το βλέμμα της μετέτρεπε σε πέτρα οποιονδήποτε την κοίταζε. Όταν ο Περσέας σκότωσε τη Μέδουσα, πρόσφερε στη θεά το κεφάλι της (γοργόνιο) ως ευχαριστήριο δώρο, γιατί χάρη στην γυαλιστερή ασπίδα που η θεά του είχε δωρίσει, εκείνος μπόρεσε να κατατροπώσει τη Μέδουσα κοιτάζοντας μόνο το είδωλό της μέσα από αυτήν.

Η Αθηνά και ο Ποσειδώνας διεκδικούσαν την ίδια πόλη. Ανέβηκαν λοιπόν στον βράχο της Ακρόπολης και ενώπιον των Αθηναίων αποφάσισαν ότι όποιος προσέφερε στους κατοίκους το ωραιότερο δώρο, θα την αποκτούσε. Ο Ποσειδώνας χτύπησε σε μια πλευρά του λόφου με την τρίαινά του και αμέσως ανάβλυσε μια πηγή με νερό. Ο λαός θαύμασε, αλλά το νερό ήταν αλμυρό σαν το νερό της θάλασσας, που ήταν το βασίλειο του Ποσειδώνα κι έτσι δεν ήταν πολύ χρήσιμο. Το δώρο της Αθηνάς ήταν ένα δέντρο ελιάς, κάτι που ήταν καλύτερο, μιας και παρείχε στην πόλη τροφή, λάδι και ξυλεία. Έτσι, κέρδισε τη μονομαχία η Αθηνά και ονόμασε την πόλη της Αθήνα.

Η Αθηνά δεν είχε κανέναν ερωτικό δεσμό και συμβόλιζε την αιώνια παρθενία. Μόνο μια φορά ο Ήφαιστος προσπάθησε να την προσεγγίσει και χώθηκε στην αγκαλιά της. Η θεά απέκρουσε το πάθος του, ο Ήφαιστος όμως πρόλαβε να αφήσει το σπέρμα του πάνω στον μηρό της. Η Αθηνά, γεμάτη αηδία, σκούπισε το πόδι της με ένα κομμάτι μαλλί και το πέταξε στη Γη. Από το κομμάτι αυτό, και τη βοήθεια της Γαίας, γεννήθηκε ο Εριχθόνιος μετέπειτα βασιλιάς της Αττικής.

Greek Gods: Athena, LearnOutLoud